- θερμόπλησις
- θερμόπλησιςfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θερμόπλησις — θερμόπλησις, ἡ (Μ) [θερμοπλώ] νόσος τών ίππων η οποία οφείλεται σε υπερθέρμανση τών οπλών τους … Dictionary of Greek
θερμοπλήσεως — θερμοπλήσεω̆ς , θερμόπλησις fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)